Οι υπηρεσίες φύλαξης γίνονται όλο και περισσότερο μέρος της καθημερινής μας ζωής. Λειτουργίες ασφάλειας, για τις οποίες ήταν υπεύθυνες οι δημόσιες αρχές, ανατίθενται σήμερα σε τρίτους. Οι ιδιωτικές εταιρείες ασφάλειας ασχολούνται ολοένα και περισσότερο με τη διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας. Αυτό περιλαμβάνει την παρακολούθηση και τη φύλαξη ακόμα και ιδιαίτερα ευαίσθητων περιοχών, όπως αεροδρόμια ή πυρηνικούς σταθμούς.
Ωστόσο, οι ιδιωτικοί οργανισμοί, από τράπεζες μέχρι λιανοπωλητές, παραμένουν ακόμα το μεγαλύτερο μέρος των πελατών για ιδιωτικούς φορείς παροχής υπηρεσιών ασφάλειας. Είτε δημόσια είτε ιδιωτικά, οι αγοραστές είναι σε θέση να επιλέγουν τους παρόχους υπηρεσιών ασφάλειας, και ο εντοπισμός των καλύτερων υπηρεσιών εξαρτάται από πολλαπλές πτυχές, που αφορούν το είδος των υπηρεσιών που απαιτούνται, την εμπειρία στην αγορά των υπηρεσιών ασφάλειας, και τα οικονομικά μέσα του αγοραστή.
Η επιλογή συνεργάτη υπηρεσιών ασφάλειας θα πρέπει να αντιπροσωπεύει πάντα την καλύτερη ισορροπία μεταξύ ποιότητας και τιμής. Αυτό το εγχειρίδιο έχει πρόθεση να βοηθήσει τους αγοραστές να επιτύχουν αυτή την ισορροπία, εξηγώντας τη σωστή δόμηση της διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων με τις υπηρεσίες ιδιωτικής ασφάλειας. Αυτά τα ποιοτικά κριτήρια θα πρέπει να επιτρέπουν στους αγοραστές να καθορίσουν σαφείς και λεπτομερείς προδιαγραφές των απαιτήσεων τους στους υποψήφιους πλειοδότες, δημιουργώντας έτσι μια μεγαλύτερη ανταπόκριση ποιότητας.
Το εγχειρίδιο αυτό, έχει χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δημοσιεύθηκε με την συνεργασία της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Υπηρεσιών Ασφάλειας (CoESS) και της UNI Europa.